

Άδειος θα φύγει απ’ τη ζωή, αυτός που δεν ευτύχησε να ξημερωθεί ένα χειμωνιάτικο πρωινό στο Δέλτα του Ρόμβου (η αρχαιότερη ονομασία του ποταμού)
Είναι η ώρα που η χρυσοκόκκινη κουρτίνα αρχίζει ν’ ανεβαίνει, από κει που ο μουεζίνης ακούγεται να ψάλει στους βυζαντινούς μουσικούς δρόμους, την παράκληση στον προφήτη και αισθάνεσαι λίγες εκατοντάδες μέτρα μπροστά σου, εκεί στα λιγοστά φώτα της Αίνου, μερικές χιλιάδες γείτονες ενός διαφορετικού κόσμου, να γονατίζουν και να προσεύχονται, στραμμένοι κάπου νοτιοανατολικά κατά τη Μέκκα.
Είναι η ίδια ώρα που κάποιοι άλλοι γείτονες γύρω σου, ξεκινούν τη δική τους προσευχή, ψάλλοντας σε ήχο πλάγιο το κελάηδισμα της δημιουργίας. Είναι η νερόκοτα πρώτη του χορού, που δίνει τόνο στην κανάβα, για να φθάσει στην κορύφωση μια σφυριχτάρα. Πριν ακόμη κλείσουν οι σολίστες κολυμβητές, στη συναυλία μπαίνει όλος ο χορός, για να δώσει ο Θεός τον ήλιο.
Μόνος άφωνος ήρεμος κι αγέρωχος ένας ολόλευκος κύκνος αδιαφορεί για την παρουσία σου και πλέει, θαρρείς ακίνητος, όμως απομακρύνεται, αφήνοντας απόνερα, που ανοίγουν πίσω του σαν τεράστια υδάτινη βεντάλια.
Ένας βαθύς υπόκωφος ήχος τουφεκιάς που ακούγεται πέρα απ’ το «τσεκούρι», σε κάνει να ζυγώσεις το παγωμένο δάκτυλο στη σκανδάλη και να τσιτώσεις τα μάτια μέσα στην πορφύρα του ορίζοντα. Τα τουφέκια ολοκληρώνουν τη συναυλία του Γκιαούρ Αντά και οι πρώτοι που εγκαταλείπουν τα νυκτερινά τους στέκια, για να τραβήξουν κατά τη θάλασσα είναι οι φαλακροκόρακες, που μιμούνται σε σχηματισμούς τις ασπρωμέτωπες «καρακάζες», ξεγελώντας από μακριά τους πρωτάρηδες κυνηγούς, οι οποίοι απογοητεύονται, όταν διαπιστώνουν ότι τσάμπα καρδιοχτυπούσαν βλέποντας τα «καραμπατάκια» για χήνες.
Δεν χορταίνεται ο Έβρος και εδώ τα πράγματα είναι απόλυτα. Ή τον ερωτεύεσαι και δένεσαι μαζί του για πάντα, ή προτιμάς πιο εύκολη ζωή και δεν ξαναφοράς λαστιχένιες φορεσιές. Μέση λύση δεν υπάρχει.
Φυσικό σύνορο, που χωρίζει την Ελλάδα από την Τουρκία, το μεγάλο ποτάμι, είναι το τελευταίο κομμάτι της Ανατολής και το πρώτο της Δύσης. Ο Έβρος χωρίζει πολιτισμούς, θρησκείες, οικονομίες και αντιλήψεις.
Ρόμβος ονομάζονταν κατά την αρχαιότητα, ώσπου ο Έβρος γιος του βασιλιά Κάσσανδρου και της Κροτωνίκης, πνίγηκε για ν΄ αποφύγει τις συκοφαντίες της μητριάς του Δαμασίππης για βιασμό.
Το Δέλτα των εκβολών του είναι ένας από τους σημαντικότερους βιότοπους της Γηραιάς Ηπείρου και βέβαια ο σπουδαιότερος βιότοπος της Ελλάδας.
304 είδη πουλιών από τα 423 συνολικά, που συναντιούνται στην Ελλάδα, επισκέπτονται ή ενδημούν στο Δέλτα του Έβρου.
Το Δέλτα γνωστό κυρίως με την Τούρκικη ονομασία του, Γκιαούρ Αντάς (Το νησί των Απίστων, όπου άπιστοι ήταν οι Έλληνες χριστιανοί οι οποίοι κατέφυγαν στη νησίδα που δημιούργησαν οι φερτές ύλες του ποταμού, για να γλιτώσουν από τη σφαγή των Τούρκων), φιλοξενεί χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο. Οι περισσότεροι είναι κυνηγοί που φθάνουν εδώ από κάθε γωνιά της Ελλάδας για να ζήσουν λίγο στην κυνηγετική «Εδέμ».
Κάποτε, στα χρόνια της δικτατορίας, οι κρατούντες που στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν κυνηγοί, οραματίστηκαν να αναδείξουν το Γιαούρ Αντά σε κυνηγετικό παράδεισο και ξόδεψαν τεράστια ποσά από τα κρατικά ταμεία, για έργα υποδομής, που θα μπορούσαν να υποδεχθούν εύπορους και επώνυμους, κατά κανόνα, κυνηγούς.
Υπολείμματα αυτών των υποδομών σώζονται και σήμερα.
Κάθε χρόνο στο Δέλτα του Έβρου οι «κυβερνώντες» διοργάνωναν φεστιβάλ κυνηγίου, το οποίο προωθούσαν σε παγκόσμια προβολή, και εμείς σαν παιδιά, τρέχαμε στους κινηματογράφους για να θαυμάσουμε στιγμιότυπα του Φεστιβάλ στα «Επίκαιρα», που ήταν υποχρεωτική ενότητα, η οποία έπρεπε να «παίζεται» πριν από κάθε ταινία, για να προβάλλεται το έργο της κυβέρνησης.
Σήμερα ο Γκιαούρ Αντάς πέρα από μοναδικό μνημείο της φύσης, είναι κι ένας τόπος ιδιότυπου μοναχισμού για κυνηγούς.
Ανεξάρτητα από μεγέθη κυνηγετικής κάρπωσης, τραβά σα μαγνήτης ένα μεγάλο αριθμό κυνηγών, που παθιάζονται με τη ζωή της ψαροκαλύβας, της ανδροπαρέας και της ζωής χωρίς ανέσεις. Ένα ανδρικό προπύργιο, όπου το σημαντικότερο στοιχείο είναι η απουσία γυναικών. Χωρίς μπάνιο, με δημοφιλέστερη τουαλέτα τα γιαλγκίνια (τοπικός υδροχαρής θάμνος) και θεατές τα άγρια άλογα του Έβρου, οι σωματικές ανάγκες μετατρέπονται σε απόλαυση. Απολαυστικά είναι επίσης και τα γεύματα με τα αρμυρά ή ανάλατα, καμένα ή άψητα γεύματα, τα οποία «φιλοτεχνούν» άσχετοι κατά τα λοιπά, περιστασιακοί «σεφ».
Ολίγον από στρατιωτική ζωή, άνευ βαθμοφόρων, όπου πάσα προσφορά εργασίας είναι δεκτή, αλλά και πάσα ακαταστασία θεωρείται must και περνά απαρατήρητη.
Τι ζητάει ένας κυνηγός από τη ζωή;
Καλή παρέα, εικόνες και ήχους της αφτιασίδωτης φύσης, πολύ κρύο και ταλαιπωρία έξω, μια θέση δίπλα στην πυρακτωμένη ξυλόσομπα μέσα και λίγες μέρες ισονομίας, χωρίς υποδείξεις και καθωσπρεπισμούς.
