Τα δάση που πληγώνουμε
200.000 αυθαίρετα χτίστηκαν στα καμένα την τελευταία 20ετία.
Μόλις το 6,5% των 9 εκατ. στρεμμάτων ελληνικών δασών και καλλιεργειών που αποτεφρώθηκαν τα τελευταία είκοσι χρόνια έχει αναδασωθεί μέχρι σήμερα. Στις καμένες περιοχές και σε άλλες παλιές δασικές εκτάσεις «ξεφύτρωσαν» μέσα στο ίδιο διάστημα περίπου 200.000 αυθαίρετα. Την εικόνα της μεγάλης φυσικής καταστροφής και της αυθαίρετης οικιστικής δόμησης έρχονται να συμπληρώσουν η επιβάρυνση της ατμόσφαιρας και του κλίματος, αλλά και οι τεράστιες απώλειες στην ελληνική χλωρίδα και πανίδα. Μόνο από τις φετινές πυρκαγιές που σημειώθηκαν στους δρυμούς της Πάρνηθας και του Γράμμου και σε δεκάδες άλλες περιοχές της χώρας απειλήθηκαν 57 είδη θηλαστικών, πτηνών και ερπετών –κάποια από τα οποία εξαιρετικά σπάνια- και δεκάδες χιλιάδες στρέμματα από πευκόδασος, ελατόδασος, δρυς, οξιές και πλατάνια.
Ειδικότερα, μέχρι σήμερα έχουν αναδασωθεί μόνο 590.153 από τα 9.067.291 στρέμματα γης που αποτεφρώθηκαν τα τελευταία 20 χρόνια. Στις δασικές εκτάσεις και μη έχει ανεγερθεί το 1/3 του συνόλου των αυθαιρέτων κτισμάτων που υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα (συνολικά το ΤΕΕ υπολογίζει τα αυθαίρετα σε 600.000 – 700.000).
«Η μεγάλη έξαρση στην καταπάτηση και οικοπεδοποίηση δασών ξεκίνησε την περίοδο της δικτατορίας», εξηγεί στον ΕΤ.Κ ο κ. Θ. Δραγκιώτης, μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΕ. «Πρόκειται για μία συστηματική ιστορία, εκεί όπου υπάρχουν παραθεριστικές κατοικίες». Οσο για το ποιες είναι οι περιοχές όπου παρατηρείται η μεγαλύτερη καταπάτηση και οικοπεδοποίηση δασικών εκτάσεων, «εκτιμούμε ότι αυθαίρετα σε δασικές εκτάσεις κτίσθηκαν κυρίως στην Αττική, την Εύβοια, την Κορινθία και τη Χαλκιδική», σημειώνει ο ίδιος. Μάλιστα, η πλειονότητά τους εντοπίζεται στην Αττική, σε ποσοστό 60%. «Το πρόβλημα ξεκίνησε από το Λαύριο, την Κερατέα και τα Μεσόγεια, αν και κάποιοι οικισμοί, όπως για παράδειγμα η Πεντέλη, εμφανίστηκαν να οικοδομούνται την τελευταία δεκαετία», όπως λέει. Τελευταία από τις περιοχές «μπήκε στο παιχνίδι» η Κορινθία, ενώ σύμφωνα με τον κ. Δραγκιώτη «όσο δεν υπάρχουν δασικοί χάρτες, το πρόβλημα θα παραμένει. Πρέπει να υπάρξει πολεοδομημένη γη και πρόνοια στη νομοθεσία, ώστε οι κατεδαφίσεις να γίνονται άμεσα», προτείνει ο ίδιος, τη στιγμή που ο περιφερειάρχης Αττικής κ. Μανιάτης τονίζει ότι μόνο από τον Απρίλιο του 2004 (που ανέλαβε) μέχρι σήμερα έχει εκδόσει 587 αποφάσεις κατεδάφισης, οι 230-250 από τις οποίες αφορούν σε σπίτια. Από αυτές, ελάχιστες εκτελέστηκαν.
Οσον αφορά στη βιοποικιλότητα που απειλείται από τις φωτιές, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι τόσο η χλωρίδα όσο και η πανίδα της Ελλάδας είναι εξαιρετικής σημασίας, συγκρίνοντας με τις άλλες χώρες της Μεσογείου. «Η ποικιλία αυτή οφείλεται στο ότι σε πολύ λίγα χιλιόμετρα από το επίπεδο της θάλασσας φτάνουμε σε ψηλό βουνό», εξηγεί η υπεύθυνη προγραμμάτων προστατευμένων περιοχών της WWF κ. Π. Μαραγκού. Και ενώ αλλάζει σταδιακά ακόμα και η σύνθεση της ζωής στο δάσος μετά από μια πυρκαγιά, μιλώντας στον ΕΤ.Κ ο δασολόγος-υπεύθυνος για το πρόγραμμα της Πάρνηθας, κ. Π. Λατσούδης, κάνει λόγο για 15 καταγεγραμμένα (που κατ’ εκτίμηση φτάνουν τα 30-50) νεκρά ελάφια μετά την τελευταία καταστροφική πυρκαγιά στον εθνικό δρυμό. Επιπλέον, αναφέρει νεκρές κρασπεδωτές χελώνες, λαγούς και κουκουβάγιες. Ανάλογο είναι το πρόβλημα που προκύπτει από τις φωτιές στον Γράμμο.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται η μαύρη πεύκη, 100.000 στρέμματα της οποίας κάηκαν τον τελευταίο μήνα, αλλά και σπάνια ζώα που απειλήθηκαν όπως αρκούδες, ζαρκάδια, αγριογούρουνα, αγριόγιδες, βίδρες, δρυοκολάπτες, χρυσαετοί κ.λπ.
Ολα αυτά, όμως, δεν είναι χωρίς συνέπειες. Πέρα από τον αφανισμό σπάνιων ειδών ζώων, η καταστροφή των τελευταίων «πνευμόνων» οξυγόνου για τις πόλεις, επηρεάζουν δυσμενώς την ατμόσφαιρα. Και ενώ πολλά έχουν ειπωθεί για την αύξηση της θερμοκρασίας στις πόλεις και την αλλαγή του μικροκλίματός τους, τις συνέπειες που μπορεί να έχει στο κλίμα της Αθήνας η πυρκαγιά στην Πάρνηθα εξηγεί ο διευθυντής του Ινστιτούτου Περιβάλλοντος του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών κ. Μ. Πετράκης. «Οπωσδήποτε θα υπάρξει διαφορά στο μικροκλίμα της περιοχής, αν και είναι νωρίς για πλήρη αποτίμηση της κατάστασης σχετικά με τις κλιματικές διαφοροποιήσεις από την πυρκαγιά στην Πάρνηθα.
Από τις μετρήσεις θα φανεί αν θα υπάρξει μεταβολή στα κλιματικά φαινόμενα, όπως η θερμοκρασία και η υγρασία στην πόλη. Ωστόσο, το δάσος της Πάρνηθας χαρακτηριζόταν ως ευεργετικό για την ευρύτερη περιοχή, αφού ειδικά τους θερινούς μήνες που η θερμοκρασία ανέβαινε σημαντικά, λειτουργούσε σαν κλιματιστικό για την πόλη. Ηδη από τώρα ξέρουμε ότι η φωτιά θα δημιουργήσει μια διαφοροποίηση στο φαινόμενο της “θερμικής νησίδας”, κατά το οποίο το κέντρο της πόλης εμφανίζει μεγάλες θερμοκρασίες λόγω πολλών θερμικών υλικών, ενώ τα προάστια παρουσιάζουν σχετικά ήπιες θερμοκρασίες. Μετά την καταστροφή του δάσους, αυτή η διαφορά στη θερμοκρασία του κέντρου και των προαστίων θα μειωθεί.
Eπειτα, μπορούμε να περιμένουμε πλημμυρικά φαινόμενα και μεταβολές στην ποιότητα και την ποσότητα του νερού στον υδροφόρο ορίζοντα», σημειώνει ο ίδιος.
Των ΜΑΡΙΤΙΝΑΣ ΖΑΦΕΙΡΙΑΔΟΥ, ΜΥΡΤΩΣ ΜΠΟΥΤΣΗ, ΜΙΝΑΣ ΜΑΡΟΥΓΚΑ
Ελεύθερος Τύπος
http://www.e-tipos.com/newsitem?id=6141